Δύο φωνές από την Ναύπακτο για ένωση των Ελλήνων μπροστά στον εξωτερικό κίνδυνο
Η σελίδες της ελληνικής Ιστορίας είναι γεμάτες από εμφυλίους πολέμους και αδερφικές έριδες. Ανά τους αιώνες ακούστηκαν πολλές φωνές από σημαίνοντα πρόσωπα για συμφιλίωση και ομόνοια των Ελλήνων, ειδικά σε περιόδους που διάφοροι εχθροί ελλόχευαν προκειμένου επωφεληθούν από την εμφύλια διαμάχη. Δύο τέτοιες φωνές προήλθαν από την Ναύπακτο, η μία από την αρχαιότητα και η άλλη από την βυζαντινή περίοδο.
Ο Αγέλαος ο Ναυπάκτιος παρακινεί για ειρήνη και σύνεση
Βρισκόμαστε στην εποχή του Αιτωλικού ή Δευτέρου Συμμαχικού Πολέμου (220 π.Χ.-217 π.Χ.) μεταξύ του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Ε΄ και των συμμάχων του από την μία μεριά και της Αιτωλικής Συμπολιτείας και συμμάχων της από την άλλη. Το 217 π.Χ. ο Φίλιππος με τον στρατό του έφτασε στα Κοῖλα τῆς Ναυπακτίας, μια περιοχή που, όπως μας πληροφορεί ο Πολύβιος, βρισκόταν 20 σταδίους (περίπου 3,5 χλμ.) έξω από την Ναύπακτο, όπου και στρατοπέδευσε. Μάλλον πρόκειται για την σημερινή περιοχή της Παλαιοπαναγιάς. Ακολούθησαν συνομιλίες από τις δύο πλευρές, όπου ξεχώρισε ο λόγος του Αγελάου του Ναυπακτίου, στρατηγού της Αιτωλικής Συμπολιτείας, ο οποίος καλούσε τις δύο πλευρές και ειδικά τον Φίλιππο, να ειρηνεύσουν και να στρέψουν την προσοχή τους στην Δύση, όπου διεξάγονταν οι τιτάνιες συγκρούσεις μεταξύ δύο μεγάλων δυνάμεων, της Ρώμης και της Καρχηδόνας.
Περίληψη του
λόγου του μας διασώζει ο ιστορικός Πολύβιος:
ὃς ἔφη δεῖν μάλιστα μὲν μηδέποτε πολεμεῖν τοὺς Ἕλληνας ἀλλήλοις, ἀλλὰ μεγάλην χάριν ἔχειν τοῖς θεοῖς, εἰ λέγοντες ἓν καὶ ταὐτὸ πάντες καὶ συμπλέκοντες τὰς χεῖρας, καθάπερ οἱ τοὺς ποταμοὺς διαβαίνοντες, δύναιντο τὰς τῶν βαρβάρων ἐφόδους ἀποτριβόμενοι συσσῴζειν σφᾶς αὐτοὺς καὶ τὰς πόλεις. οὐ μὴν ἀλλ' εἰ τὸ παράπαν τοῦτο μὴ δυνατόν, κατά γε τὸ παρὸν ἠξίου συμφρονεῖν καὶ φυλάττεσθαι, προϊδομένους τὸ βάρος τῶν στρατοπέδων καὶ τὸ μέγεθος τοῦ συνεστῶτος πρὸς ταῖς δύσεσι πολέμου· δῆλον γὰρ εἶναι παντὶ τῷ καὶ μετρίως περὶ τὰ κοινὰ σπουδάζοντι καὶ νῦν, ὡς ἐάν τε Καρχηδόνιοι Ῥωμαίων ἐάν τε Ῥωμαῖοι Καρχηδονίων περιγένωνται τῷ πολέμῳ, διότι κατ' οὐδένα τρόπον εἰκός ἐστι τοὺς κρατήσαντας ἐπὶ ταῖς Ἰταλιωτῶν καὶ Σικελιωτῶν μεῖναι δυναστείαις, ἥξειν δὲ καὶ διατείνειν τὰς ἐπιβολὰς καὶ δυνάμεις αὑτῶν πέρα τοῦ δέοντος. διόπερ ἠξίου πάντας μὲν φυλάξασθαι τὸν καιρόν, μάλιστα δὲ Φίλιππον. εἶναι δὲ φυλακήν, ἐὰν ἀφέμενος τοῦ καταφθείρειν τοὺς Ἕλληνας καὶ ποιεῖν εὐχειρώτους τοῖς ἐπιβαλλομένοις κατὰ τοὐναντίον ὡς ὑπὲρ ἰδίου σώματος βουλεύηται, καὶ καθόλου πάντων τῶν τῆς Ἑλλάδος μερῶν ὡς οἰκείων καὶ προσηκόντων αὑτῷ ποιῆται πρόνοιαν· τοῦτον γὰρ τὸν τρόπον χρωμένου τοῖς πράγμασι τοὺς μὲν Ἕλληνας εὔνους ὑπάρχειν αὐτῷ καὶ βεβαίους συναγωνιστὰς πρὸς τὰς ἐπιβολάς, τοὺς δ' ἔξωθεν ἧττον ἐπιβουλεύσειν αὐτοῦ τῇ δυναστείᾳ, καταπεπληγμένους τὴν τῶν Ἑλλήνων πρὸς αὐτὸν πίστιν. εἰ δὲ πραγμάτων ὀρέγεται, πρὸς τὰς δύσεις βλέπειν αὐτὸν ἠξίου καὶ τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ συνεστῶσι πολέμοις προσέχειν τὸν νοῦν, ἵνα γενόμενος ἔφεδρος ἔμφρων πειραθῇ σὺν καιρῷ τῆς τῶν ὅλων ἀντιποιήσασθαι δυναστείας. εἶναι δὲ τὸν ἐνεστῶτα καιρὸν οὐκ ἀλλότριον τῆς ἐλπίδος ταύτης. τὰς δὲ πρὸς τοὺς Ἕλληνας διαφορὰς καὶ τοὺς πολέμους εἰς τὰς ἀναπαύσεις αὐτὸν ὑπερτίθεσθαι παρεκάλει, καὶ μάλιστα σπουδάζειν περὶ τούτου τοῦ μέρους, ἵν' ἔχῃ τὴν ἐξουσίαν, ὅταν βούληται, καὶ διαλύεσθαι καὶ πολεμεῖν πρὸς αὐτούς· ὡς ἐὰν ἅπαξ τὰ προφαινόμενα νῦν ἀπὸ τῆς ἑσπέρας νέφη προσδέξηται τοῖς κατὰ τὴν Ἑλλάδα τόποις ἐπιστῆναι, καὶ λίαν ἀγωνιᾶν ἔφη μὴ τὰς ἀνοχὰς καὶ τοὺς πολέμους καὶ καθόλου τὰς παιδιάς, ἃς νῦν παίζομεν πρὸς ἀλλήλους, ἐκκοπῆναι συμβῇ πάντων ἡμῶν ἐπὶ τοσοῦτον ὥστε κἂν εὔξασθαι τοῖς θεοῖς ὑπάρχειν ἡμῖν τὴν ἐξουσίαν ταύτην, καὶ πολεμεῖν ὅταν βουλώμεθα καὶ διαλύεσθαι πρὸς ἀλλήλους, καὶ καθόλου κυρίους εἶναι τῶν ἐν αὑτοῖς ἀμφισβητουμένων. (Πολύβιος, 5.104)
Απόδοση στην
νεοελληνική:
Ο οποίος (Αγέλαος) είπε ότι δεν πρέπει ποτέ να πολεμούν οι Έλληνες μεταξύ τους, αλλά να χρωστούν μεγάλη χάρη στους θεούς, γιατί αν έλεγαν όλοι το ίδιο πράγμα και ένωναν τα χέρια, όπως αυτοί που περνάνε τους ποταμούς, θα μπορούσαν, αποκρούοντας τις επιθέσεις των βαρβάρων, να σώζουν μαζί και τον εαυτό τους και τις πόλεις. Αλλά αν βέβαια αυτό δεν είναι δυνατόν κατά την παρούσα περίσταση, τουλάχιστον να ομοφωνούν και να προφυλάσσονται, βλέποντας την ισχύ των στρατοπέδων και το μέγεθος του πολέμου που διεξάγεται στην Δύση. Γιατί είναι φανερό σε όλους αυτούς που εξετάζουν έστω και λίγο τα τωρινά πράγματα πως είτε επικρατήσουν τελικά οι Καρχηδόνιοι των Ρωμαίων, είτε οι Ρωμαίοι των Καρχηδονίων, δεν είναι λογικό με κανένα τρόπο οι νικητές να αρκεστούν στην κατοχή της Ιταλίας και της Σικελίας, αλλά θα αφιχθούν και εδώ και θα επεκτείνουν τις βλέψεις τους και την δύναμή τους περισσότερο από αυτό που πρέπει. Γι’ αυτό, βέβαια, νομίζω πρέπον όλοι να προφυλάσσονται και ειδικά ο Φίλιππος. Και είναι προφύλαξη αν σταματήσει (ο Φίλιππος) να καταστρέφει τους Έλληνες και να τους κάνει ευάλωτους σε αυτούς που τους επιβουλεύονται, αντιθέτως να σκέφτεται σαν να πρόκειται για το σώμα του και γενικά να μεριμνά για όλες τις περιοχές της Ελλάδος σαν να είναι δικές του. Γιατί αν χειρίζεται τα πράγματα με αυτόν τον τρόπο, οι μεν Έλληνες θα είναι φιλικοί μαζί του και σίγουροι σύμμαχοι στις εναντίον του επιθέσεις, ενώ οι ξένοι θα είναι λιγότερο επιρρεπείς σε συνωμοσίες ενάντια στην βασιλεία του, καθώς θα είναι τρομοκρατημένοι από την αφοσίωση των Ελλήνων προς αυτόν. Εάν επιθυμεί, όμως, κατακτήσεις, να κοιτάξει προς την Δύση και να εστιάσει στους πολέμους που διεξάγονται στην Ιταλία, ώστε, αφού παραμονεύσει και κατανοήσει την κατάσταση, να επιδιώξει την κατάλληλη στιγμή να κυριαρχήσει σε όλους. Και οι παρούσες περιστάσεις δεν είναι αντίθετες προς αυτή την ελπίδα. Και τον καλούσε να αναβάλει τις διαφορές και τους πολέμους με τους Έλληνες σε πιο ήρεμους χρόνους, και περισσότερο να εξετάσει το ζήτημα αυτό, ώστε να έχει την δύναμη να σταματά τον πόλεμο ή να τον διεξάγει όποτε αυτός θέλει. Καθώς αν περιμένει μέχρι τα σύννεφα που προβάλλουν τώρα από την Δύση να φτάσουν στα μέρη της Ελλάδας, τότε, είπε, ότι φοβάται πολύ μήπως οι ανακωχές και οι πόλεμοι και όλα τα παιχνίδια, τα οποία τώρα παίζουμε μεταξύ μας, κοπούν για όλους εμάς τόσο πολύ, ώστε να ευχόμασταν στους θεούς να είχαμε αυτή την δύναμη, ώστε να πολεμούμε όταν θέλουμε και να κάνουμε ειρήνη μεταξύ μας και να ήμασταν κύριοι των μεταξύ μας διαφορών.
Ο λόγος του Αγελάου συνέβαλε στην σύναψη ειρήνης μεταξύ των δύο πλευρών, την λεγόμενη Ειρήνη της Ναυπάκτου (217 π.Χ.), η οποία όμως δεν κράτησε για πολύ καιρό. Οι φόβοι του Αγελάου έγιναν πραγματικότητα, καθώς στα κατοπινά χρόνια οι Ρωμαίοι κατέλαβαν σταδιακά τις ελληνικές πόλεις, στερώντας την ελευθερία τους.
Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιωάννης Απόκαυκος καλεί σε συμμαχία Ηπείρου και Νίκαιας
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, στα εδάφη της βυζαντινής αυτοκρατορίας σχηματίστηκαν δύο ελληνικά κράτη, της Ηπείρου στην Δύση και της Νίκαιας στην Ανατολή. Τα κράτη αυτά, μετά τις επιτυχίες που είχαν ενάντια στους αλλοεθνείς εχθρούς που τα περιέβαλαν (Λατίνοι, Σελτζούκοι κτλ.), επεξέτειναν την επικράτειά τους με αποτέλεσμα να αξιώνουν οι ηγέτες τους την νομιμότητα του τίτλου του Ρωμαίου αυτοκράτορα. Όπως γίνεται φανερό, δεν άργησαν να έρθουν σε ρήξη μεταξύ τους, κάτι που οδήγησε σε αψιμαχίες αλλά και πολεμικές συγκρούσεις στα κατοπινά χρόνια.
Περί το 1225 μ.Χ. ο μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιωάννης Απόκαυκος [1153(;)-1233(;)] αποστέλλει ένα πιττάκιον (επιστολή) προς τον Πατριάρχη Γερμανό Β΄, στο οποίο υπερασπίζεται τον Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα, αρχηγό του κράτους της Ηπείρου, ο οποίος είχε πριν λίγο καιρό αναγορευθεί βασιλιάς στην Θεσσαλονίκη. Παρότι είναι φανερά υπέρ του κράτους της Ηπείρου, ο Απόκαυκος δεν παραλείπει να επισημάνει την ανάγκη τα δύο ελληνικά κράτη να συμμαχήσουν ώστε να κατανικήσουν τον κοινό εχθρό.
Ακολουθεί απόσπασμα της επιστολής:
Καὶ γένοιτο πολλὰ καλὰ καὶ ὁ βίος μακρὸς καὶ τῷ ἐμῷ βασιλεῖ καὶ τῷ ἐμῷ ἀρχιποίμενι, ὃτι ὁ μὲν διὰ Θεοῦ κατορθοῖ, ὁ δὲ ἐμὸς μεγαποίμην ταῖς σφετέραις προσευχαῖς αὐτὸν δυναμοῖ, κραταιοῖ δὲ καὶ εὐοδοῖ. Καὶ τὶ χρῆ καταλέγειν τὴν δι’ αὐτοῦ κατάστασιν τῶν ἐκασταχοῦ πόλεων; τὴν δίωξην τῶν ἐχθρῶν, τὴν σφαγήν, τὴν ἀναίρεσιν, τὸν ἀσύνακτον αὐτῶν σκορπισμόν, τὴν ἡμετέραν συναγωγήν· ἃ καὶ ἒφαγον ἐξήμεσαν, καὶ ἃ κατεῖχον ἀπώλεσαν, καὶ γέγονεν αὐτοῖς εἰς χολὴν ἡ ἡμετέρα κατάποσις. Καὶ πεσόντες ἀνέστημεν, καὶ ᾂδομεν Θεῷ καὶ τῷ βασιλεῖ ἡμῶν τὰ εὐχάριστα, ὃτι Θεὸς μὲν ἂνωθεν εύδοκεῖ, τοῦ δὲ βασιλέως ἡ μάχαιρα τὰ κρέα τῶν αλαστόρων ἐσθίει, αἱ δὲ σαὶ θεοπειθεῖς προσευχαὶ καὶ εὐοδοῦσι τὸν βασιλέα καὶ τὰς νίκας τούτῳ καταχαρίζονται. Καὶ τὰ μὲν τοῦ ἐμοῦ βασιλέως διὰ Θεοῦ τοσαῦτα καὶ τούτων πλείονα καὶ δῆλα τοῖς πᾶσι, κἂν κατὰ μέρος οὐκ ἐπεξήγηται, πλὴν ὃτι ὢριμος ταῦτα καρπὸς τῶν σῶν προσευχῶν καὶ τελεσφόρημα ἒγκαιρον, καὶ πρὸς τοὺς κόπους τούτου καὶ σοῦ ἡμεῖς οἱ πάντες εἰσήλθομεν καὶ τῆς γλυκύτητος ἀπολαύομεν. Καὶ εὐξαίμην ἂν ἒγωγε, ὁ τῶν ἐπισκόπων πάντων ἐλαχιστότερος, καὶ τὴν ἀνατολικὴν ἐξουσίαν τῇ δυτικῇ συνελθεῖν καὶ συνασπίζειν ἀλλήλαις καὶ εἰρηνικὰ φρονῆσαι καὶ ἀδελφά καὶ κοινὴν πανοπλίαν περιβαλέσθαι κατὰ τῶν παλαμναίων ἡμετέρων ἐχθρῶν, κἀκ τῆς ἀλλήλων ἀδελφικῆς ἀντιβοηθείας καὶ συγκροτήσεως ὡς πόλιν ὀχυρὰν αύτὰς γενέσθαι, τὸ τῆς γραφῆς, καὶ τεθεμελιωμένον βασίλειον. (Απόκαυκος, επιστολή 114, Πρὸς τὸν πατριάρχην (Γερμανόν) ἰδικῶς πιττάκιον)
Απόδοση στην νεοελληνική:
Και ας πραγματοποιηθούν πολλά καλά και ας έχουν μακρό βίο και ο βασιλιάς μου ( εν. τον Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα) και ο αρχιποιμένας μου, γιατί ο μεν βασιλιάς όσα κατορθώνει, τα κατορθώνει μέσω του Θεού, ο δε σπουδαίος ποιμένας μου με τις προσευχές του ενισχύει αυτόν και τον ισχυροποιεί και τον βοηθά. Και τι πρέπει να διηγηθούμε για την κατάσταση που επικρατεί παντού στις πόλεις μέσω αυτού (του βασιλιά); Την καταδίωξη των εχθρών, την σφαγή τους, την καταστροφή τους, τον άστατο διασκορπισμό τους, την δική μας ανασυγκρότηση. Αυτά τα οποία έφαγαν (εν. οι εχθροί μας), τα εξήμεσαν και αυτά τα οποία κατείχαν, τα έχασαν και έγινε σε αυτούς πικρή η κατάποσή μας. Και αφού πέσαμε, σηκωθήκαμε και ψάλλουμε στον Θεό και στον βασιλιά μας τα ευχάριστα γεγονότα, καθώς ο μεν Θεός ευαρεστείται από ψηλά, το δε μαχαίρι του βασιλιά κατατρώει το κρέας των αθλίων, ενώ οι θερμές προσευχές σου και βοηθούν τον βασιλέα και του χαρίζουν νίκες. Τα έργα, λοιπόν, του βασιλιά μου με την βοήθεια του Θεού, είναι τόσο μεγάλα και ακόμα περισσότερο, και φανερά σε όλους, ακόμα και αν δεν εξιστορήθηκαν με την σειρά, και εκτός από αυτό, είναι ώριμος καρπός των προσευχών σου και όλοι εμείς, χάρη στους κόπους αυτού και τους δικούς σου, μπήκαμε και απολαμβάνουμε την γλυκύτητα τους. Και εγώ βέβαια, ο πιο ελάχιστος ανάμεσα στους επισκόπους, θα μπορούσα να ευχηθώ και η ανατολική εξουσία (δηλαδή το Κράτος της Νίκαιας) και η δυτική (δηλαδή το κράτος της Ηπείρου) να συμμαχήσουν και να συνασπιστούν μεταξύ τους και να σκέφτονται ειρηνικά και αδελφικά και να περιβληθούν κοινή πανοπλία εναντίον των βιαίων εχθρών μας και από την μεταξύ τους αδελφική αλληλοβοήθεια και ένωση να γίνουν, όπως λέει η Γραφή, σαν οχυρή πόλη και στέρεο βασίλειο.
Ο Απόκαυκος είχε μεγάλες ελπίδες από τον Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα, πιστεύοντας ότι θα ήταν αυτός που θα απελευθέρωνε την Κωνσταντινούπολη. Η συντριβή του, όμως, το 1229 στην μάχη της Κλοκοτνίτσας από τους Βουλγάρους υπήρξε η αιτία της σταδιακής παρακμής του ηπειρωτικού κράτους. Τελικά την Πόλη την απελευθέρωσε το κράτος της Νίκαιας το 1261, ανασυστήνοντας την αυτοκρατορία. Δυστυχώς, τα λόγια του Αποκαύκου δεν εισακούστηκαν ποτέ και οι Έλληνες συνέχισαν να πολεμούν μεταξύ τους, μέχρι που τελικά το Βυζάντιο καταλύθηκε οριστικά από τους Οθωμανούς το 1453.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου